- Παλαίμων
- Όνομα προσώπων της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
1. Θαλάσσια θεότητα, που λατρευόταν κυρίως στην αρχαία Κόρινθο. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Π. ήταν γιος του Αθάμαντα και της Ινούς Μελικέρτης. Έγινε θαλάσσιος θεός όταν γκρεμίστηκε από τη Μολουρίδα πέτρα στον Σαρωνικό κόλπο μαζί με τη μητέρα του, στη προσπάθειά τους να γλιτώσουν από τη μανία του Αθάμαντα. Προς τιμήν του ο Σίσυφος ίδρυσε τους αγώνες των Ισθμίων και όρισε να γίνονται θυσίες μαύρων Ταύρων. Στον περίβολο του ιερού του Ποσειδώνα στον Ισθμό, υπήρχε ναός του Π., μέσα στον οποίον είχαν τοποθετηθεί τα αγάλματα του Ποσειδώνα, του Π. και της μητέρας του που, όπως και ο γιος της, έγινε μετά τον θάνατό της θαλάσσια θεά και μετονομάστηκε σε Λευκοθέα. Στον ναό του Ποσειδώνα, εξάλλου, υπήρχε και ένα άλλο άγαλμα, που παρίστανε τον Π. σε μικρή ηλικία, όρθιο επάνω σε δελφίνι. Το άγαλμα αυτό ήταν αφιέρωμα του Ηρώδου του Αττικού. Κοντά στον ναό του Π., υπήρχε ιερό, το ονομαζόμενο Άδυτο, στο οποίο σύμφωνα με μια τοπική παράδοση, κρύφτηκε ο Π., και στο οποίο κατέβαιναν με υπόγεια διάβαση. Τέλος, ένα ακόμα άγαλμα του Π. και της Λευκοθέας υπήρχε στον δρόμο που οδηγούσε από την Κόρινθο στο Λέχαιο. Επειδή πολλοί ταύτιζαν τον Π. με τον Μελικέρτη, που πιθανότατα ήταν ο φοινικικός θεός Μελκάρθ, ορισμένοι ιστορικοί ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι και ο Π. δεν ήταν παρά ο Μελκάρθ εξελληνισμένος.
2. Γιος του Hφαίστου ή του Αιτωλού, από την πόλη Ώλενο ή Λέρνο της Αιτωλίας. Πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία και, κατά τον Απολλώνιο τον Ρόδιο, ήταν κουτσός και από τα δύο πόδια. Αναφέρεται και με το όνομα Παλαιμόνιος.
* * *(II)Παλαίμων, -ονος, ὁ (Α)θεός που λατρευόταν κατά την αρχαιότητα ως προστάτης τών ναυαγών2. προσωνυμία τού Ηρακλέους.[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. παλαιμονώ].
Dictionary of Greek. 2013.